10 Ιουνίου 2012

"Με το τσιγκέλι" της Κατίνας Βλάχου


Με το τσιγκέλι

Θούλη Στάϊκου
57 πάρα πολύ μικρά διηγήματα
Εκδόσεις Έναστρον 2009 σσ. 79




Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που νιώθω την ανάγκη να γράψω λίγα λόγια σχετικά με  ένα λογοτεχνικό έργο. Και παρ’ όλο που ξέρω πως υπάρχουν άλλοι που θα το έκαναν πολύ καλύτερα, το τολμάω. Με τον τρόπο μου και με πολύ θαυμασμό για το κείμενο που σκοπεύω να εκθειάσω. Με τον τρόπο μου, εννοώντας πως  απλά θα εκθέσω τι αναμόχλευσε μέσα μου το εν λόγω κείμενο, και θα το κάνω περισσότερο απευθυνόμενη στη συγγραφέα του με τις θερμές μου ευχαριστίες για την μεστή απόλαυση  που μου προσέφερε.

Ο λόγος για την κυρία Θούλη Στάϊκου και για το βιβλίο της «Με το Τσιγκέλι», που κυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Έναστρον. Άργησε το βιβλίο να πέσει στα χέρια μου αλλά ευτυχώς έπεσε. Το διάβασα ένα βράδυ και το ξαναδιάβασα ολόκληρο το επόμενο βράδυ. Εφικτό, μια και μιλάμε για 79 σελίδες, για 57 μικρές ιστορίες, της μιας, της μισής, της μιάμιση σελίδας ή ακόμα και της μιας λέξης. Αναπόφευκτο, γιατί άμα το αρχίσεις δεν το αφήνεις από τα χέρια σου. Απαραίτητο, γιατί είναι τόσο πυκνό ώστε η δεύτερη ανάγνωση είναι αναγκαία. Επιθυμητό, γιατί είναι τόση η δύναμη του κειμένου που λες «θέλω κι άλλο» και το ξαναπιάνεις από την αρχή.

Η κυρία Στάϊκου είναι αρχιτέκτων, αλλά όχι μόνο,  και γεννήθηκε το 1952. Αυτά από το βιογραφικό της. Που σημαίνει ότι οι 57 ιστορίες ήταν το 2009 όσες και τα χρόνια της. Τυχαίο; Πιθανότατα. Οι 57 ιστορίες, σύντομες, πυκνές, αφαιρετικές και πλήρεις δίνουν μια ολόκληρη ζωή, ίσως τη δική της ζωή, από γεννήσεως μέχρι του «προαναγγελθέντος» θανάτου. Δίνουν παράλληλα και το πλαίσιο ενός πίνακα, οικογενειακού, ψυχολογικού, κοινωνικού, πολιτικού, ανθρώπινου, μέσα στον οποίο δια-γράφεται η ηρωίδα. Υπαινικτικά αλλά με άφθαστη μαεστρία και λιτότητα μας ξαφνιάζει η οξύτητα, μας συγκινεί η αυθεντικότητα, μας γοητεύει η αλήθεια του κειμένου και η διεισδυτική του δύναμη. Δεν περισσεύει καμία λέξη αλλά και καμία δεν λείπει. Είναι σαν να μας χαράζει η αφήγηση το σώμα και την ψυχή με προτάσεις  πυκνές, με λέξεις ακριβείς  και με σιωπές αιχμηρές. Μαντεύουμε τις εποχές από μια πεταμένη εφημερίδα, από το «μέσα» ή το «μετά» που παρεισφρύουν στο κείμενο αινιγματικά, για να αναγκαστούμε  να ψαχτούμε, να θυμηθούμε ή να μαντέψουμε. Διακρίνουμε την προσωπική πορεία ενός ανθρώπου, τα πώς και τα γιατί του, από μικρά συμβάντα της παιδικής ηλικίας που στοιχειοθετούν, σε ανύποπτο χρόνο, την αλήθεια του και τη δική μας μαζί. Με το τσιγκέλι, όπως ακριβώς, ωριμάζοντας κανείς κατακτά την αυτοεπίγνωση, αν είναι τυχερός κι αν το τολμήσει. Η κυρία Στάϊκου  τολμά και μάλιστα με ένα τρόπο αριστοτεχνικό.  Τόσο γοητευτικό, τόσο αποτελεσματικό ώστε μας ωθεί να μιμηθούμε όχι τη γραφή της, που είναι μοναδικά ιδιαίτερη, αλλά την λυτρωτική πορεία αυτογνωσίας στην οποία έντεχνα μας εισάγει. 

Δεν είχα την πρόθεση να μιλήσω με όρους λόγιους, ούτε να κάνω ανάλυση κειμένου ή λογοτεχνική αξιολόγηση. Ήθελα μόνο να εκφράσω και να μοιραστώ τον ενθουσιασμό μου. Ήθελα μόνο να πω πως αγάπησα αυτό το κείμενο και πίσω απ’ αυτό τον άνθρωπο που το έγραψε. Και μπορώ μόνο να δηλώσω πως ένα τέτοιο κείμενο, 57 πάρα πολύ μικρά διηγήματα που είναι ωστόσο ισοδύναμα και ισάξια με ένα ολόκληρο  μυθιστόρημα, δεν σβήνεται από τη μνήμη του αναγνώστη εύκολα. Μεγάλη αρετή σε καιρούς εφήμερης ποιότητας και μεγάλη αξία σε εποχές βραχύβιας λάμψης.
Κυρία Στάϊκου, σας ευχαριστώ!

Κατίνα Βλάχου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας για το κείμενο!