Εικόνα πρώτη
Θυμάμαι
με είχε αρπάξει απ'το μαλλί και φώναζε δυνατά μέσ'τη μούρη μου. -Αυτό το σπαθί είναι δικό μου και δεν θα το αγγίζεις ποτέ. Τον κλώτσησα και του ξέφυγα.
με είχε αρπάξει απ'το μαλλί και φώναζε δυνατά μέσ'τη μούρη μου. -Αυτό το σπαθί είναι δικό μου και δεν θα το αγγίζεις ποτέ. Τον κλώτσησα και του ξέφυγα.
-Είναι δικό μου του είπα, γράφει Αχιλλέας και είναι δικό μου,ούρλιαξα μέσ'το αυτί του.
-Εσύ είσαι γυναίκα,δέν είναι δικό σου...γυ-ναί-κα...γυ-ναί-κα...γυ-ναί-κα..
χτύπαγε τις γροθιές του τη μία στην άλλη και χοροπήδαγε γύρω μου φωνάζοντας
και ξεκαρδισμένος στα γέλια..γυ-ναί-κα...
-Σταμάτα
δεν είμαι γυναίκα,του φώναξα κλαίγοντας,απελπισμένη και
ντροπιασμένη.Τώρα όλα τα παιδιά της γειτονιάς θα γελούσαν μαζί μου.Άκου
γυναίκα.Ορμηξα ουρλιάζοντας,του άρπαξα το χέρι και το δάγκωσα με όλη μου
τη δύναμη.
-Δεν είμαι γυναίκα, του είπα με μίσος,κοιτάζοντας φοβισμένη το αίμα που
έτρεχε απ'το χέρι του.
Δέν
πρόλαβα να καταλάβω από που μου ήρθε το χαστούκι, που μου άστραψε η
μαμά,...το πρώτο και το τελευταίο που εισέπραξα ποτέ από Εκείνη.
-Δέν είμαι γυναίκα,μουρμούριζα με αναφιλητά,ενώ εκείνη έβαζε ιώδιο στην πληγή του αδελφού μου.